Διαβάζεται σαν επιφώνημα, #2


Ως μικρή η τολμηρότερη σκανταλιά που τακτικά επιχειρούσα εντός της πατρικής εστίας ήταν να αναρριχώμαι στον πάγκο της κουζίνας, να ανοίγω το ψηλό ντουλάπι και να κατεβάζω ένα γυάλινο μπουκάλι. Το μπουκάλι αυτό διέθετε αφύσικα λεπτό στόμιο, άνισα φαρδύ κορμό και μεταλλικό πώμα. Η μαγεία του εν λόγω αντικειμένου δεν περιοριζόταν στα εξωτερικά του χαρακτηριστικά αλλά στο περιεχόμενό του. Ήταν γεμάτο με ένα διαυγές υγρό κυανής απόχρωσης μέσα στο οποίο βρισκόταν βυθισμένο ένα ολόκληρο ξεφλουδισμένο αχλάδι. Όταν έλειπαν οι γονείς κρατούσα στα χέρια το δοχείο και σχεδόν έχανα την ισορροπία μου από τη συγκίνηση που επέφερε η τόσο έντονη εξάσκηση της τέχνης της απορίας. Στα χρόνια που ακολούθησαν κατάφερα να απομακρυνθώ από το φυσικό περιβάλλον εκείνης της ανάμνησης και να μένω πλέον μόνη. Διαμόρφωσα τα ανοίγματα του σπιτιού μου εκ των έσω, που σημαίνει ότι πρώτα βρέθηκα μέσα στο χώρο και στη συνέχεια τα κατασκεύασα. Τα παράθυρα έχουν μέγεθος κλειδαρότρυπας και οι πόρτες προς το μπαλκόνι προσομοιάζουν σε πλάτος τις χαραμάδες. Η εξώπορτα, δε, έχει σχεδιαστεί σύμφωνα με τις σωματικές αναλογίες μιας μέσης οικόσιτης κατσαρίδας, καθώς επιδίωξα οι προδιαγραφές της κατοικίας μου να μην καταπιέζουν και τους υπόλοιπους εκόντες άκοντες ενοίκους.