Οξέα, Βάσεις, Άλατα (A random Q&A), #3


- Γιατί τα παρατάς;
- Βγαίνοντας από το τροχόσπιτο μπήκαμε στο δάσος με τις εικόνες. Κατευθείαν, χωρίς κάποια μεταβατική ζώνη ανάμεσα στα δύο περιβάλλοντα, βρεθήκαμε καταμεσίς αναπαραστάσεων. Εκείνος, ήταν τόσο χαλαρός, με προσκάλεσε να περπατάμε πολύ βαριεστημένα και χαμογελούσε λοξά σα να του άρεσαν τα χρώματα. Και μετά, όταν φτάσαμε να βαδίζουμε περίπου με τον ίδιο ρυθμό ίσως ακόμη και να εναλλάσσουμε τα πόδια μας ακριβώς συγχρονισμένα, ξεκίνησε να τρέχει με όλη του τη δύναμη. Πανικοβλήθηκα κι εκτινάχτηκα κι εγώ μπροστά. Οι εικόνες κυλούσαν στην περιφερειακή μου όραση ως άλλοι ιμάντες μεταφοράς αποσκευών. Κανένας δεν ασχολιόταν με μεγέθη και περιεχόμενα. Επιταχύνοντας κατάλαβα ότι δεν ήθελε να τον κυνηγήσω, ούτε να τον φτάσω. Επεδίωκε να τον προσπεράσω ή να πέσω. Μα δε μπορώ να τον ανταγωνιστώ. Είναι όμορφος, όποτε λυπάται φοράει μια λίμνη, και συν τοις άλλοις μπορεί να προφέρει τη λέξη τίποτα αναπόδα σε τρεις γλώσσες. Και υποτίθεται ότι δεν είχα μάθει να το βάζω κάτω.