και οι μαύροι στήμονες; #1


Χρόνια ολόκληρα. Έρχεται να με συναντήσει κάθε απόγευμα κάτω από το σιδερένιο κιόσκι στο πάρκο. Φοράει μεγάλη κουκούλα. Την παραμερίζει όταν εμφανίζομαι στο οπτικό του πεδίο. Είναι αλήθεια ότι δεν έχω δει ούτε μια φορά το κόκκινο κοστούμι του τσαλακωμένο. Όπως δεν έχω μάθει ποτέ πώς μοιάζει το πρόσωπό του, στην περίπτωση που υπάρχει πρόσωπο απέναντί μου. Κάτω από την κουκούλα και πάνω στο λαιμό του στέκεται πάντα ένα πλαστικό κεφάλι λύκου, ανέκφραστο, με τρύπια μάτια και ανοιχτό στόμα. Έτσι μπορεί να ανασαίνει και να βλέπει. Αμφιβάλλω κατά πόσο μπορεί να ακούει. Η μάσκα μοιάζει βαριά και αδιαπέραστη. Οι σπόνδυλοί του θα πρέπει να υποφέρουν από τη μεταφορά αυτού του δεύτερου κρανίου. Ο μόνος τρόπος επικοινωνίας μας είναι οι αναπνοές. Με τα χέρια ακουμπισμένα στα γόνατα καθόμαστε αντικριστά ο ένας στον άλλον και ανασαίνουμε. Εισπνέουμε και εκπνέουμε ο ένας πάνω στον άλλον αργά και χορταστικά. Μετά νυχτώνει και εγκαταλείπουμε το πάρκο ο καθένας από διαφορετικό δρόμο. Τους πρώτους μήνες της γνωριμίας γυρνούσα σπίτι με έναν καυτό πόνο στα πνευμόνια, έναν πόνο που τώρα μόνο σαν λέξη θυμάμαι πως έμοιαζε.