ατασθαλία (για τη Θάλεια), #1


Η κυρία Θ. φημιζόταν για τη δεξιοτεχνία της στην κοπτοραπτική, για τα άκαμπτα χαρακτηριστικά του προσώπου της και για το μονήρη βίο της. Γερνούσε τακτοποιώντας ξανά και ξανά παλιά φορέματα και παλτά μέσα στις ντουλάπες ενός σπιτιού με διπλή εσωτερική σκάλα και πολυέλαιο χωρίς αυτή η κατάσταση να αποτελεί κάτι διαφορετικό από τα νιάτα της ή την περίοδο της ωριμότητάς της. Στον περίεργο και ομιλητικό ταχυδρόμο που της έφερνε κάθε τέταρτη εβδομάδα ένα δέμα απαντούσε πάντα χωρίς ούτε μια δόση αυτοσαρκασμού με σοβαρότητα και αφοσίωση ότι αυτό τον καιρό ράβει το νυφικό της. Ήταν αναμενόμενο να θελήσει να πεθάνει καταπίνοντας βελόνες δεδομένης της λατρείας της για τα μικροσκοπικά αυτά εργαλεία. Η μορφή του νυφικού της όμως, όχι. Το βρήκαν σιδερωμένο να κρέμεται μπροστά στον καθρέφτη. Ένα σακί βρεφικών διαστάσεων κλειστό από παντού, χωρίς προεξοχές για χέρια και πόδια, με μία και μοναδική προεξοχή στη θέση του κεφαλιού σαν κουκούλα αλλά χωρίς άνοιγμα για το πρόσωπο.