Vers un détonateur parfait, #3


Έσφιγγε τις παλάμες του γύρω από τους βραχίονες των γυαλιών του σαν να έκανε μονόζυγο. Οι ώρες δεν περνούσαν, τα χρόνια περνούσαν. Οι σκιές από τα πιόνια γύρω του χάραζαν όμορφες ελλειπτικές τροχιές. Η δική του σκιά ακινητούσε υπό γωνία εκτός του οπτικού του πεδίου. Παρατηρούσε απορροφημένος τα ασπρόμαυρα πλακάκια που αντανακλούσαν τις κόκκινες σόλες απ'τα σκαρπίνια του. Χτύπησε δύο παλαμάκια για να μου επιστήσει την προσοχή. Του απηύθυνα δυο ανασηκωμένα φρύδια. Τα μάτια του άρχισαν να κάνουν ένα θόρυβο υγρού που κοχλάζει. Τράβηξε με δύναμη τα γυαλιά του προς τα πάνω και μετά προς τα μπροστά. Επανέλαβε την κίνηση πολλές φορές. Η προσπάθειά του παραμόρφωσε το σκελετό τους και γέμισε γρατζουνιές τη μύτη του. Ήταν πολύ γερά βιδωμένα στους κροτάφους του. Τελικά για να καταφέρει να βγάλει τα γυαλιά αναγκάστηκε να αποκολλήσει μαζί τους το τμήμα του κρανίου του από τα μάτια και πάνω. Από το υπόλοιπο κεφάλι του ξεχύθηκε στο δωμάτιο ένα σμήνος από τζιτζίκια. Ο βόμβος τους εξελισσόταν μαρτυρικός γύρω μας. Το πάτωμα έγινε πράσινο. Μόνο όταν και το τελευταίο τζιτζίκι πήδηξε πανηγυρικά έξω από το κεφάλι του, αυτός κάθισε κάτω οκλαδόν. Χτύπησε ξανά δύο παλαμάκια. Κατέβασα τα φρύδια και κοίταξα αλλού.