Sunday best trappings, #3


Η αφήγησή του μας διαπερνά και η θλίψη της μας διαποτίζει παράλογα. [...] Στην ουσία ο Φατ έλεγξε το μυαλό του και το βρήκε ελαττωματικό. Έπειτα, με τη χρήση εκείνου του μυαλού, έλεγξε την εξωτερική πραγματικότητα, αυτό που αποκαλείται μακρόκοσμος. Κι αυτόν τον βρήκε ελαττωματικό. [...] Η σύμπλεξη του ελαττωματικού εργαλείου με το ελαττωματικό αντικείμενο είχε σαν αποτέλεσμα άλλη μια τέλεια κινέζικη δακτυλοπαγίδα. 

Philip K. Dick

Αυτός τουλάχιστον έλεγε ότι προσπαθούσε. Άνοιγε την πόρτα σε κάθε δωδεκάχρονο που εμφανιζόταν χαράματα με τα δόντια στη χούφτα και τα παπούτσια γυαλισμένα. Αυτός με καμπούρα και θολά γυαλιά, τροφές στα ούλα και κάπου παραχωμένο κάτω από τον καναπέ το όπλο. Η φιλοξενία δεν είναι άλλη μια δραστηριότητα, είναι συνθήκη ύπαρξης για τη φυλή του. Του κοστίζει ανυπολόγιστα πολύ η στέρησή της, παράλληλα με το αυτονόητο της ανταπόδοσης που δεν καταδεχόταν ασφαλώς ποτέ. Αποτελεί φυσική ανάγκη του το να δέχεται επισκέψεις. Εκφράζεται ως οργανική του επιθυμία το να περιμένει, να προετοιμάζεται, να καταπιέζεται συντροφικά, να αποχαιρετάει μελαγχολώντας και έπειτα να βιώνει σε βρόγχο όλη την επανάληψη προσμονής, ταπείνωσης και ερημιάς. 

Προσφέρθηκα να συμμετάσχω σε μια στιγμή κυκλοθυμίας. Του δώρισα ένα μικρό κουτί γεμάτο βαμβάκι. Του άρεσε όπως κάθε τι ελαφρύ, μαλακό και στεγνό. Το δωμάτιο μύριζε μέταλλο και ευκολία στο γούστο. Κεράστηκα αέρα και καπνό, όχι γενναιόδωρα. Άρχισε να επιδεικνύει τα λάφυρα όπως περνούσε το βράδυ, σκελετοί γυαλιών και τράπουλες, συλλογές από άλλες συλλογές, κορδόνια με κόμπους, παλιά μαλλιά και επίπεδες κυκλικές μεμβράνες. 

Στην αρχή έπληττα αλλά μετά επικεντρώθηκα στις φύτρες των μαλλιών του και σταδικά οπισθοχώρησα στη συζήτηση. Ακουμπώντας τες μία μία ένιωθα να εισχωρούν μικρές λεπίδες στις ρώγες των δαχτύλων μου. Η αίσθηση ήταν συναρπαστικά αιχμηρή. Μου επέτρεψε να διαπράξω την ίδια κίνηση ελλειπτικής τροχιάς με την παλάμη βυθισμένη στο κεφάλι του για ώρες. Απορροφημένη, ένιωθα σχεδόν προνομιούχα. Είχε μισοκλείσει τα βλέφαρα και μιλούσε με σποραδικές αναλαμπές. Θυμόταν ορισμένα χρώματα τα δικαιώματα των οποίων επιδίωξε κατά καιρούς να διεκδικήσει νομικά. Τον χτένιζα με χέρια υπνωτισμένα ώσπου βγήκαν οι πρωινοί αρουραίοι απ'τα συρτάρια της κουζίνας και μου υπενθύμισαν να αναδυθώ από το μούδιασμα προς το ημίφως χωρίς να χαιρετίσω. 

Μπορώ να πω ότι δεν αποκόμισα απολύτως τίποτα από την εσπερινή μας αλληλεπίδραση. Γέλασα όμως μέχρι δακρύων στο δρόμο του γυρισμού με τα αλλοιωμένα μου δακτυλικά αποτυπώματα και αποφάσισα να την επαναλάβω.