Εν είδει σκοτίας (όσα μου εξομολογήθηκε ο Σ. Ρ. Δ.), #4

Ως εργαζόμενος συντηρητής στο μουσείο η εξειδίκευσή μου έγκειται στο να αφαιρώ μύτες από προτομές. Η αναγκαιότητα αυτής της εργασίας υπαγορεύεται από την προχειρότητα της αποκατάστασης που υπέστησαν ορισμένα έργα τέχνης παλαιότερα, όταν η βίαιη συγκόλληση μιας γύψινης προσομοίωσης σε ένα κεφάλι από μάρμαρο, που είχε απωλέσει την αρχική του μύτη, θεωρούνταν θεμιτή. Η σύγχρονη τάση θεραπείας των αγαλμάτων, αντιθέτως, εισηγείται την ειλικρίνεια, προκειμένου να διαμορφωθεί μια γέφυρα ενθάρρυνσης του διαλόγου ανάμεσα στον ακίνητο και τον περιφερόμενο θεατή. Η παρέμβασή μου καθιστά τα πρόσωπα των γλυπτών ανυπόκριτα αλλά και διπλά ανάπηρα, καθώς αποκαλύπτονται τόσο τα ίχνη του αρχικού ατυχήματος όσο και τα ίχνη της πρότερης αποτυχημένης διόρθωσης. Πολλοί με κατηγορούν ότι παθιάζομαι υπερβολικά με το καθήκον που έχω αναλάβει. Ομολογουμένως, οραματίζομαι έναν κόσμο όπου η μόδα θα επιτάσσει όχι πλαστική επέμβαση εξωραϊσμού αλλά ολική αφαίρεση αυτής της αντιαισθητικής προεξοχής. Μέχρι τότε απολαμβάνω την ομορφιά αποκλειστικά σε πρόσωπα από πέτρα, μάρμαρο, πηλό και ελεφαντόδοντο ενώ στολίζω τους τοίχους του σπιτιού μου με προθήκες όπου δεσπόζουν οι αποκομμένες γύψινες μύτες σαν μετάλλια.