Fido as a name, #1 1/2


Τσίμπα το δέρμα μου με το ράμφος σου
απαλά απαλά
ξεδιάλεξε τις φλέβες μου
μία μία
μην παρασύρεσαι από τη βουτυρένια υφή
έννοια σου
και έχω ακόμα
φλέβες.
Esther R. R. Tystnaden, "Λύση και Παράλυση"


Προς επίγνωση του αξιότιμου νομικού συμβούλου του κατηγόρου μου


Αγόρασα το γεράκι την δέκατη έβδομη Μαΐου του 1968. Ο βασικός στόχος ήταν να το εκπαιδεύσω. Το αντικείμενο της εκπαίδευσής του εντοπιζόταν στο γρήγορο πέταγμα προς κατάρριψη στόχου. Η φύση του στόχου περιγραφόταν ως "εναέρια" εν γένει. Την εικοστή πρώτη Φεβρουαρίου του 1970 το ζώο υπέστη βαρύ τραυματισμό λόγω λανθασμένης θεώρησης ενός αντικειμένου ως στόχου. Συγκεκριμένα επιτέθηκε εναντίον του γλόμπου μιας λάμπας συγχέοντας τον με μπαλόνι, κατά τους εμπειρογνώμονες. Κατά αυτόν τον τρόπο ακρωτηριάστηκε το μισό από το ράμφος του. Η αναπηρία τού προκάλεσε μεταξύ άλλων ψυχολογικές παρενέργειες, κατά τους εμπειρογνώμονες πάντα. Κρίσεις υστερίας, έντονη φωτοφοβία και επιθετικότητα απέναντι σε οτιδήποτε καμπυλόγραμμο. Την τριακοστή Σεπτεμβρίου του 1971 το εκδίωξα από τη στέγη της φιλοξενίας μου και σταμάτησα να το εκγυμνάζω, υπό καθεστώς φόβου. Έκτοτε εξακολούθησε ποικίλης μορφής και διάρκειας καταστροφικές δράσεις εξωθούμενο από τη μανιακή παθογένεια που το διακατείχε, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες ασφαλώς. Στις ζημιές συγκαταλέγεται και η "βίαιη αποσυμπίεση" που το πτηνό επέφερε στο σκάφος του πελάτη σας, για την οποία κατηγορούμαι. Με το παρόν δηλώνω υπεύθυνα ότι δε φέρω καμία ευθύνη απέναντι στην οριστική βλάβη του αερόστατου που διατηρούσε στην κατοχή του ο κατήγορός μου. Απευθυνθείτε στη μη κυβερνητική φιλοζωική οργάνωση η οποία όφειλε να το περιθάλπει μετά την προσωπική μου απεμπλοκή. Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός μιας αποσυμπίεσης ως "βίαιας" αποτελεί πλεονασμό. 


Με εκτίμηση,
Fido


Fido as a name, #1


Καλή μου Μάρτζι,

Αναρωτιέμαι πώς να μοιάζεις πλέον. Στοιχηματίζω ότι ακόμα και ύστερα από όλα όσα συνέβησαν δεν έχει βαθύνει ούτε μια γραμμή στο δέρμα γύρω από τα μάτια σου. Εκείνος ο πολτός από φλοιό μανόλιας  όπως πάντα μου έγραφες θα πρέπει να κάνει θαύματα.
Δε σκοπεύω να απολογηθώ με μια επιστολή, η εξιλέωση της πράξης μου στα μάτια σου φαντάζει ακατόρθωτη. Επιθύμησα όμως να σου απευθύνω το λόγο ξανά χωρίς υπεκφυγές και η ανακούφιση που αυτή η έκφραση μου δίνει, ενδεχομένως να αποτελεί ένδειξη ότι η μεγαλύτερή μου απόλαυση, ο ύπνος, θα με ξαναπλησιάσει σύντομα σημαίνοντας την παύση της ακούσιας αυτοτιμωρίας μου.
Η αλήθεια είναι ότι για μήνες έκλεινα τα αυτιά μου. Από τότε που δεν είχα άλλες ιστορίες να πω, δεν άντεχα ούτε και να ακούω. Ωστόσο τίποτα δεν ήταν ικανό να κάνει την κόρη σου να σωπάσει. Ερχόταν σε μένα για να διηγηθεί με όλους τους πιθανούς τρόπους κάτι που δε συνέφερε ιδιαίτερα εσένα γιαγιά. Μου μιλούσε για το πώς παρασκεύαζες το γάλα της όταν ήταν βρέφος. Ασταμάτητα, περιγραφικά, εμμονικά παραγέμιζε τα μαραμένα μου αφτιά με αναρίθμητες εκδοχές αυτής της ανόητης παλιάς συνήθειας.
Σε αυτό το σημείο σου επισημαίνω την κατάσταση του μαρασμού στην οποία βρισκόμουν τότε, εντός της οποίας συνεχίζω λίγο ως πολύ να διαβιώ. Η αυτοάνοση ασθένεια που με είχε καταβάλλει έφτανε στην έξαρσή της. Οτιδήποτε εξιστορητικό, οποιασδήποτε μορφής διήγηση, κάθε είδους παραμύθι ή ακολουθία γεγονότων εκπεφρασμένη με αρχή μέση και τέλος, μου προξενούσε τα γνωστά ολέθρια συμπτώματα: εμετοί, ανατριχίλες, πόνος στα δόντια και μαύρισμα των ούλων, σπειροειδή εξανθήματα στα χέρια και πάνω από όλα εκείνον τον ανείπωτο βρόντο στα μηνίγγια. Εκείνη τα ήξερε όσο ζούσα μαζί της, με είχε δει να υποφέρω και γνώριζε καλύτερα από τον καθένα σε τί απαγορευόταν να εκτίθεμαι ως ασθενής. Παρ' όλα αυτά στάλαζε μέχρι τελευταίας σταγόνας το αφηγηματικό της δηλητήριο στα ευαίσθητα και ταλαιωρημένα αισθητήριά μου. 
Δεν ήταν τίποτα για μένα. Προμηθεύτηκα ένα κουτί γάλα σε σκόνη. Την έκανα να κλάψει. Μάζεψα τα υγρά σε ένα μπολ. Ακολούθησα τις οδηγίες του πακέτου. Ανάμιξα τα ζεστά δάκρυα με τη σκόνη. Της τάισα το περιεχόμενό του. Και έγινε.
Η απώλειά της μου έκανε καλό. Η νόσος μου βρέθηκε σε ύφεση- οι ώρες του ύπνου μου επίσης. Παρά τη φροντίδα που δέχομαι εδώ, αδυνατώ να αποκοιμηθώ χωρίς φάρμακα. Αποφεύγω να σκέφτομαι τις συνέπειες που είχε αυτή η εξέλιξη πάνω σου. Ελπίζω η απώλεια να μη σε κάνει να μοιάζεις ηλικιωμένη.

Με σεβάσμια αγάπη,
η εγγονή σου, Φίντο


Υ. Γ. Θα προτιμούσες να μιλήσουμε για τις ευεργετικές συνέπειες του φλοιού μανόλιας;

Danefæ #4



όσο πιο γρήγορα μπορείς να 'ρθεις στην πόλη
και να μαζέψεις τους ατίθασους σου σκύλους
κάποτε νόμιζες πως είχες δέκα φίλους
μα ένας-ένας σου την κάνα όλοι


οι σκύλοι σέρνονται στον δρόμο και γαβγίζουν
κι αγριεμένοι ψάχνουν για την μυρωδιά σου
έξω απ' το σπίτι μου στέκονται και μυρίζουν
έλα και μάζεψε τα κυνηγόσκυλά σου


να 'ρθεις να πάρεις τα σκυλιά σου, δεν τ' αντέχω
έχει δυο μήνες που χαζεύω τα λουριά τους
κι έμαθα απ' έξω όλα τα ονόματά τους
το προτιμώ να σ' αγαπώ και να μην σ' έχω.

"Οι σκύλοι", Ανατολή Αργά

Ήταν ακρίδα και φιλοξενούσε κατά καιρούς μια ποιήτρια ως κατοικίδιο σε ένα κλουβί. Αν διάβαζε ποτέ αυτή την περιγραφή θα γινόταν έξαλλος και θα φορούσε αμέσως την κουκούλα του. Όχι ότι κανείς μας τον είχε γνωρίσει στ' αλήθεια. Ήταν από εκείνα τα σιωπηλά πλάσματα, τα πολύ αόρατα μέσα στην ισχνότητα της σιλουέτας τους και στη σπανιότητα της έκθεσης του δέρματός τους στον αέρα. Από εκείνα τα νεαρά στο διηνεκές, τα σχεδόν αχρονικά στοιχεία ενός περιβάλλοντος. Τα μονίμως γνώριμα, τα ποτέ ερωτευμένα. Τον καταλάβαμε όλοι νωρίς και κανείς δεν επιτάχυνε εξαιτίας του μετά τη δεύτερη συνάντηση. Υποτίθεται ότι υπήρχε κάποιος λόγος που μαζευόμασταν εκεί. 

Ήταν αυτός που μας εγκατέλειπε συχνά, ορθόπτερο γαρ. Εκ των υστέρων ίσως δημοσίευε κάποιο σονέτο της ποιήτριάς του στην υγειά μας. Εμείς αναθαρρούσαμε και συγκεντρωνόμασταν ξανά, χωρίς ασφαλώς να περιμένουμε σοβαρά πράγματα από τον άσωτο. Οι εμφανίσεις του αραίωναν, και κανείς από τους υπόλοιπους δεν είχε δικαίωμα διάσπασης προσοχής από το στόχο. Άρχισε να ασκεί σιγά σιγά τη γοητεία του φαντάσματος, έγινε το συστατικό που λείπει και σώζει τη συνταγή. Ο αγώνας μας πύκνωνε τον επόμενο καιρό, δεν έμενε χρόνος για παρατήρηση. Άλλωστε τα πράγματα πετιούνται για κάποιο λόγο στο υποσυνείδητο. Τα πηγαίναμε περίφημα και μετρούσαμε πλέον κερδισμένα οχυρά, ενώ αποφεύγαμε να μνημονεύουμε οτιδήποτε πέρα από τα απολύτως απαραίτητα. 

Ήταν ένα μακρύ ειρωνικό βράδυ για όλους μας εν αναμονή κρίσιμου ανταποδοτικού χτυπήματος από τους "άλλους". Η σύναξη εξελισσόταν σε δύστροπη αναμονή του ξημερώματος. Συγκεκριμένα τότε επέλεξε να εμφανιστεί στο κατώφλι ξανά η ακρίδα. Δε χαιρέτησε. Όρμησε μέσα και κάθισε πάνω στο τραπέζι. Έβγαλε από μια τσέπη ένα κουρέλι και το πέταξε κάτω. Μας ενημέρωσε ότι η ποιήτρια στο κλουβί είχε αυτοκτονήσει και ότι το κομμάτι ύφασμα ήταν το μοναδικό απομεινάρι. Ο ίδιος το έπλεξε από τις τρίχες της. Αμέσως καταλάβαμε ότι η ομάδα μας εξέπνεε. Περίσσεψαν τα συνομωτικά βλέμματα. Μοιράστηκαν οι ανατριχίλες της ηδονής του οριστικού. Καπνίσαμε όσο αντέξαμε. Σιωπηλοί, μπορεί να βήξαμε μερικές φορές. Όταν νιώσαμε έτοιμοι αφήσαμε την ακρίδα να χρησιμοποιήσει τις βελόνες. Παρά το επιμένον σκοτάδι το έκανε με δεξιοτεχνία. Και η ανατολή ήρθε αργά.

Danefæ #3

"Non si riferisce il reale, lo si proferisce"
Paolo Fabbri


"Lost is the New Baroque"
Esther R. R. Tystnaden

Ένα κρανίο με εξέχουσες κλωστές αντί για τρίχες οι οποίες εφορμούν από ατροφικές κόκκινες φύτρες. Κάπως έτσι μοιάζει το κεφάλι του βασιλικού διασκεδαστή, μια πρώτης τάξεως αφορμή για να στρέψεις αλλού το βλέμμα αν διασταυρωθείς μαζί του στο διάδρομο. Συνήθως περιφέρεται στο παλάτι με ένα μπρούντζινο κάδρο ανά χείρας μουρμουρίζοντας σατυρικούς στίχους. Εκείνο το βράδυ δεν τον συνάντησα καθόλου, ούτε τον βρήκα να κλαίει χωμένος στην κόγχη κάποιου παραθύρου- άλλη προσφιλής του δραστηριότητα. Οτιδήποτε εξέχει από τα προσδοκώμενα με απογοητεύει αιφνίδια. Κατευθύνθηκα έτσι στη σάλα της τραπεζαρίας προκειμένου να αντλήσω επιπλέον υλικό για το βραδινό αναστοχασμό μου, επιθυμία που εκπλήρωσα άμεσα και στυγνά, ακόμα από το κατώφλι της μισάνοιχτης πόρτας του δωματίου. Όλοι οι καλεσμένοι είχαν κρυφτεί. Μια μακρόστενη οθόνη είχε σχηματιστεί κάτω από τα τραπεζομάντηλα και πάνω από το αντανακλαστικό δάπεδο όπου προβάλλονταν σπάνια υποδήματα, στριφωμάτα λεκιασμένων φορεμάτων, ανυπόμονα μέτωπα, ακάλυπτα τεχνητά μέλη, ανάδελφα χαμένα γάντια και το χαμένο χρυσό μονόκλ του σερ Έσερ φορεμένο στο υγιές μάτι του κλέφτη του. Παραφύλαξα πίσω από τη γλάστρα ενός γιγάντιου μπονζάι. Στην έκκεντρα στημένη αρένα ο γελωτοποιός δερνόταν με τον αυλικό ζωγράφο. Ο τελευταίος αρνούνταν επίμονα μέχρι θανάτου να συμπεριλάβει στο βασιλικό οικογενειακό πορτραίτο τον πρώτο. Ο βασιλιάς ουρλιάζοντας εκσφενδόνιζε διάφορα τιμαλφή προς το μέρος τους. Η βασίλισσα λιποθυμούσε και συνερχόταν σε περιοδικά διαστήματα. Οι υπηρέτες έτρωγαν αγχωμένοι τα υπολείμματα του δείπνου. Ευτυχώς παρά την επερχόμενη πλήξη μου εξακολούθησα να παραφυλάω. Η πάλη ασφαλώς αποδείχθηκε σύντομη και άνιση. Ένας λεκές πότισε τριχοειδώς το μωσαϊκό για να σφραγίσει τη λήξη της. Τότε ανέλπιστα παρατήρησα: Το πάτωμα είχε ραντιστεί με δόντια. Όταν εκκενώθηκε η αίθουσα συνέλεξα τα στελέχη σε ένα βάζο και τα μετέφερα αμέσως στο εργαστήριο. Αποδείχθηκαν εξαιρετικό εργαλείο της τρέχουσας έρευνας που εκπονούσα σε απευθείας ανάθεση από τον υψηλότατο. Τα τάισα στον νεαρό ρινόκερο που πρόσφατα είχε καταφτάσει στην ενδοχώρα ζωντανός συνοδεία μερικών ταλαιπωρημένων ιεραποστόλων. Τα έφαγε με προθυμία και με διευκόλυνε αφάνταστα στο δύσκολο έργο που με περίμενε, αυτό της αποξήρανσης του πεπτικού του συστήματος. Κατάφερα να τον βαλσαμώσω αξιοπρεπώς έπειτα από δουλειά ενός ολόκληρου εξαμήνου. Το λείψανο αντικατέστησε έκτοτε τον πολυέλαιο της αίθουσας του θρόνου βυθίζοντάς την στο σκοτάδι. Παραιτήθηκα· ελαφρώς θλιμμένος που πλέον ήταν για μένα αργά να ξεκινήσω καριέρα στο πεδίο της Σημειωτικής.

Danefæ #2


"It was the garden that did it, father
Some kind of charm, it came right out of the ground"
Marsha Norman

Η μουγγή υπηρέτρια της έπαυλης με το όνομα Έστερ είχε για μοναδική της ευχαρίστηση τη βόλτα στο κιόσκι του κήπου. Εκεί όπου ήσυχα καθόταν σταυροπόδι κοιτώντας κατά τις απογευματινές ώρες της αργίας της δύο μαρμάρινα γλυπτά. Τα γλυπτά βρίσκονταν αντικριστά μεταξύ τους. Πρόσωπο με πρόσωπο. Δεν είχαν μορφή. Το ένα μετασχημάτιζε το άλλο, ασταμάτητα, ώσπου ερχόταν το σκοτάδι. Ακολουθούσε το σερβίρισμα του δείπνου.

Danefæ #1


Finds of gold and silver in the earth, to which nobody can claim property, belong to the king.

Ανάπτυγμα δέρματος θηλυκού ανθρώπου, ύψους Α21, βάρους Σ443 και διαστάσεων 29Φ επί 44Φ (κατά κωδικοποίηση Venere) σχεδιασμένο σε λαμαρίνα. Αφαιρείται με χάραξη από απλό νυστέρι κατά μήκος των διακεκομμένων γραμμών. Περιλαμβάνονται οι λωρίδες εφαρμογής και οι εγκοπές τους. Συνίσταται η εκτράχυνση του υφιστάμενου υποβάθρου ώστε να αναπτυχθεί συνάφεια ανάμεσα στο παλιό και το νέο υλικό. Υψηλή αντοχή σε ανεμοπίεση, χιονοφόρτιση, υδροστατικές ωθήσεις, σεισμικές δονήσεις και θλίψη.  Αναγραφόμενη διάρκεια ζωής τα 150 έτη (κατά κωδικοποίηση Nolde). Όταν έχει προσφάτως προσαρμοστεί προς χρήση δεν είναι κατεργάσιμο και αδυνατεί να ανταποκριθεί σε εντατικά φαινόμενα.  Έλεγχος σκληρότητας στις 28 ημέρες μετά την πρώτη χρήση. Κατάλληλο για περιτύλιξη σε μαλακά, ψαθυρά και θερμά σώματα, χωρίς υποψία υγρασίας.

Εν είδει σκοτίας (όσα μου εξομολογήθηκε ο Σ. Ρ. Δ.), #4

Ως εργαζόμενος συντηρητής στο μουσείο η εξειδίκευσή μου έγκειται στο να αφαιρώ μύτες από προτομές. Η αναγκαιότητα αυτής της εργασίας υπαγορεύεται από την προχειρότητα της αποκατάστασης που υπέστησαν ορισμένα έργα τέχνης παλαιότερα, όταν η βίαιη συγκόλληση μιας γύψινης προσομοίωσης σε ένα κεφάλι από μάρμαρο, που είχε απωλέσει την αρχική του μύτη, θεωρούνταν θεμιτή. Η σύγχρονη τάση θεραπείας των αγαλμάτων, αντιθέτως, εισηγείται την ειλικρίνεια, προκειμένου να διαμορφωθεί μια γέφυρα ενθάρρυνσης του διαλόγου ανάμεσα στον ακίνητο και τον περιφερόμενο θεατή. Η παρέμβασή μου καθιστά τα πρόσωπα των γλυπτών ανυπόκριτα αλλά και διπλά ανάπηρα, καθώς αποκαλύπτονται τόσο τα ίχνη του αρχικού ατυχήματος όσο και τα ίχνη της πρότερης αποτυχημένης διόρθωσης. Πολλοί με κατηγορούν ότι παθιάζομαι υπερβολικά με το καθήκον που έχω αναλάβει. Ομολογουμένως, οραματίζομαι έναν κόσμο όπου η μόδα θα επιτάσσει όχι πλαστική επέμβαση εξωραϊσμού αλλά ολική αφαίρεση αυτής της αντιαισθητικής προεξοχής. Μέχρι τότε απολαμβάνω την ομορφιά αποκλειστικά σε πρόσωπα από πέτρα, μάρμαρο, πηλό και ελεφαντόδοντο ενώ στολίζω τους τοίχους του σπιτιού μου με προθήκες όπου δεσπόζουν οι αποκομμένες γύψινες μύτες σαν μετάλλια. 

Εν είδει σκοτίας (όσα μου εξομολογήθηκε ο Σ. Ρ. Δ.), #3


Το μοναστήρι έξω από το χωριό που γεννήθηκα έχει μόνο ένα κελί. Οι ορειβάτες στο δρόμο για τη χαράδρα το προσπερνούν σαν καλύβα βοσκού. Μικρός πληρωνόμουν σε αβγά ή σύκα από τους αγρότες για να σκαρφαλώνω μέχρι εκεί και να μεταφέρω μηνύματα και τάματα προς τον ηλικιωμένο μοναχό. Γύρω από τη σκήτη φύτρωναν κόκκινες αγκαθιές σφιχτά πλεγμένες μεταξύ τους. Έπρεπε να πάρω φόρα και να πηδήξω από πάνω τους για να εισβάλλω στο προαύλιο. Κάθε φορά που πλησίαζα, μια μυρωδιά με αναγούλιαζε και με ανάγκαζε να τρέχω ως την πόρτα κρατώντας την ανάσα μου. Χτυπούσα και μου άνοιγε κατευθείαν λες και με περίμενε. Φορούσε μια μάλλινη ζακέτα με μαύρα γυαλιστερά κουμπιά. Στο ένα χέρι κρατούσε πάντα μια τσάπα ενώ το άλλο ήταν κρυμμένο πίσω από την πλάτη του. Άρπαζε από τον ώμο μου την τσάντα με τα τάματα και μουρμούριζε κάτι λέξεις που ακούγονταν παλιές πριν νιώσω στο πρόσωπο το ρεύμα της πόρτας που κλείνει με πάταγο. Όταν μεγάλωσα σταμάτησα τα θελήματα και έγινα παραγιός σε έναν υφαντή. Μια μέρα ήρθε ο καλόγερος και μας παράγγειλε μαύρη ζακέτα από μαλλί. Έβγαλε από την τσέπη του ράσου δυο χούφτες μαύρες γυαλιστερές πέτρες που είχαν από δύο τρύπες η καθεμιά και ζήτησε να ράψουμε αυτές για κουμπιά. Το αφεντικό τις έκρυψε γρήγορα και δε με άφησε να δουλέψω για το ρούχο του γέροντα. Ποτέ δε ρώτησα για εκείνα τα κουμπιά. Ύστερα από χρόνια σκότωσα για πρώτη φορά λύκο. Η μύτη του ήταν μαύρη, γυαλιστερή με δύο τρύπες. Το μόνο που φύτρωσε εκεί που τον έθαψα ήταν μια κόκκινη αγκαθιά. 

Εν είδει σκοτίας (όσα μου εξομολογήθηκε ο Σ. Ρ. Δ.), #2


Βγήκα από τη μήτρα με ένα πλοκάμι να εξέχει από την αριστερή μου ωμοπλάτη. Ο μαιευτήρας το χαρακτήρισε με χρήση αυτού του όρου. Η οικογένειά όπου μεγάλωσα φρόντιζε να το καμουφλάρει φορώντας μου ρούχα μεγαλύτερου μεγέθους. Στην ηλικία των πέντε κάποιος χειρούργος το αφαίρεσε για να ελαττώσει τις πιθανότητες ανάπτυξης του εξογκώματος σε καρκίνωμα. Η μνήμη του ακρωτηριασμού εγκαθίδρυσε την έλλειψη του μέλους στο βάθρο των τραυμάτων της παιδικής μου ηλικίας. Σωματικά ανακαλώ συχνά ως ενήλικας την ανάγκη του χαμένου εξωτερικού οργάνου. Ειδικά όταν επισκέπτομαι τους ελέφαντες. 

Εν είδει σκοτίας (όσα μου εξομολογήθηκε ο Σ. Ρ. Δ.), #1


Oh, your mouth used to be naked
Your eyes used to be so blue 
Your hurts used to be so nameless 
And your tears used to be so few 
Now your eyes cry wolf while your mouth cries
"I'm not scared of animals like you"
Bob Dylan

Μπορώ να τρέφομαι και να πίνω μέσα από μια βελόνα στο μπράτσο μου. Μπορώ να αναπνέω μέσα από τα ρουθούνια της μύτης μου. Μπορώ να μιλάω μέσα από τα πλήκτρα της γραφομηχανής μου. Ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη να τραγουδήσω ή να σφυρίξω. Ποτέ δεν επιθύμησα να φιληθώ ή να φιλήσω. Θα ήθελα να είχα γεννηθεί χωρίς στόμα.

An old whaler's love song

Tha mi sgìth 's mi leam fhìn, 
Buain na rainich, buain na rainich 

Tha mi sgìth 's mi leam fhìn, 
Buain na rainich daonnan 

'S tric a bha mi fhìn 's mo leannan 
Anns a' ghleannan cheothar 
'G èisteachd còisir bhinn an doire 
Seinn sa choille chòmhail; 

'S bochd nach robh mi leat a-rithist 
Sinn a bhitheadh ceòlmhor, 
Rachainn leat gu cùl na cruinne, 
Air bhàrr tuinne a' seòladh. 

Ciod am feum dhomh bhi ri tuireadh? 
Dè ni tuireadh dhomhsa 
'S mi cho fada o gach duine 
B' urrainn tighinn gam chòmhnadh? 

Το ξημέρωμα κατεβαίνει στην αμμουδιά και κόβει φτέρες για να τις πουλήσει στην αγορά. Σε όποιον πλησιάζει τον πάγκο του εκμυστηρεύεται: «Όταν ήμουν πλούσιος αγόρασα τριάντα εννέα ανεμόμυλους και ένα κοπάδι φάλαινες. Βίδωσα από έναν στη ράχη καθεμιάς, τις ελευθέρωσα και μπάρκαρα στο κατόπι τους με το πρώτο φαλαινοθηρικό που ξεκινούσε για το Βόρειο Ατλαντικό. Μη με περνάς για κακό ή παράξενο άνθρωπο και μην πιστεύεις φήμες ότι πίνω. Σου ορκίζομαι ότι τα έκανα όλα μόνο για να βλέπω, περνώντας από τα ανοιχτά του Σιλάι κάθε Αύγουστο, να με χαιρετούν με τα καπέλα τους η Έηλι και η Ίλα, κόρες του φαροφύλακα, η μία πιο όμορφη από την άλλη. Από τότε που ο φάρος τους γκρεμίστηκε από κεραυνό ξεμπάρκαρα και γυρίζω τα χωριά μαζεύοντας φτέρες κοντά στη θάλασσα. Περιμένω να εμφανιστούν ανεμόμυλοι όποτε κοιτώ προς τον ορίζοντα αλλά ακόμα τίποτα.»

Κατάστρωμα Ημερολογίου Χωρίς Συγκεκριμένη Αρίθμηση


Στο άδειο σημειωματάριο φαντάζομαι όλες τις λέξεις και τις εικόνες καθώς γυρίζω τις σελίδες ξανά και ξανά. Είναι κάθε φορά η ίδια ιστορία. Με λευκά γάντια εφαρμοσμένα στις παλάμες σφίγγω ένα μαχαίρι ξανά και ξανά. Είναι κάθε φορά η ίδια κηλίδα. Από την πόρτα του κλουβιού με τις αράχνες κλέβω το κλειδί ξανά και ξανά. Είναι κάθε φορά η ίδια συντροφιά. Το μόνο παιχνίδι που με διασκεδάζει πια είναι να κρατάω την αναπνοή μου. 

Ένα απόγευμα στο νοσοκομείο Τσάλμερς


Ας αρχίσουμε από αυτό: λέγεσαι Ίθαν Αλαού. Η αγαπημένη σου δραστηριότητα στην προσχολική ηλικία ήταν να αφουγκράζεσαι τις κραυγές των γάτων σε περίοδο αναπαραγωγής, μιμούμενος τις οποίες απόκτησες το δεύτερο, και διαδεδομένο σου όνομα. Στο σχολείο όντας μικρόσωμος και λεπτοκαμωμένος εύκολα γινόσουν αόρατος και κατά τη διάρκεια του μαθήματος μουσικής κατάφερνες να εγκατασταθείς πίσω από την ανοιχτή ξύλινη πόρτα, να κολλάς το αφτί σου στο κάσωμα και να παρακολουθείς εκείνες τις αντανακλάσεις του ήχου που πολύ αργότερα ο ίδιος ονομάτισες "σκοτεινές". Όταν έγινες δεκαεπτά διηύθυνες την πρώτη σου συμφωνική ορχήστρα διαρρυθμισμένη από δική σου επιλογή με άχορδα πρώην έγχορδα, απουσία πνευστών και κρουστά τοποθετημένα σε ενυδρεία. Στα είκοσί σου χρόνια συνέθεσες το πρώτο σου κονσέρτο για δύο ζευγάρια παπούτσια, ένα οποιοδήποτε υγρό πεζοδρόμιο και τέσσερα συγκεκριμένα πόδια, τα δύο δικά σου και τα δύο της αγαπημένης σου, έργο το οποίο τροποποίησες όταν η αγαπημένη σου έμεινε ανάπηρη από το λαιμό και κάτω και κατέστρεψες ολοσχερώς όταν η αγαπημένη σου σε παράτησε επιλέγοντας την οδό της ευθανασίας. Μετά από μια δεκαετία απόσυρσής σου επανήλθες με την επινόηση μιας πρωτοποριακής μεθόδου συντονισμού μουσικών συνόλων, τιτλοφορούμενη "Eye Conduct", αποκλειστικά με χρήση των αμφιβληστροειδών του μαέστρου, χωρίς τη διαμεσολάβηση κινήσεων των άνω άκρων. Γράφτηκε η βιογραφία σου, έγινες διάσημος, βαθύπλουτος και περιζήτητος αλλά μαζί με τη δόξα γύρω από το όνομά σου βοούσαν και οι φήμες ότι αρχίζεις να τρελαίνεσαι. Ειδικά μετά από την πρωτοχρονιάτικη συναυλία της φιλαρμονικής της Βιέννης όπου τα χέρια σου έτρεμαν αντί να βρίσκονται ακίνητα πίσω από την πλάτη και στο τέλος ξέσπασαν σε ένα κυμάτισμα που ξεκινούσε από τους ώμους και κατέληγε στα δάχτυλα προκαλώντας θυμηδία στο κοινό και απόγνωση στους μουσικούς. Από τότε οι εμφανίσεις σου αραίωσαν μέχρι που σταμάτησαν τελείως και τα μέσα ενημέρωσης μιλούσαν για πιθανή αυτοκτονία σου. Χτες βράδυ τα βήματα μιας βόλτας με οδήγησαν στη γέφυρα του Άλβα και το βλέμμα μου σταμάτησε στην αντανάκλαση μιας φιγούρας στο ποτάμι να διαγράφει ημικύκλια με τα χέρια της κρατώντας δύο μπαγκέτες. Πλησιάζοντας πρόσεξα ότι ανάμεσά τους κρεμόταν ένας βρόχος σχοινιού που ανά διαστήματα βυθιζόταν σε έναν κουβά και μετά την ανάσυρσή του έξω σχημάτιζε σαπουνόφουσκες. Παρακολούθησα το θέαμα απορροφημένη και πριν φύγω χειροκρότησα και σου φώναξα αυθόρμητα "μπράβο μαέστρο!". Ήρθες κοντά, μου έδωσες το σκοινί και επέμενες να σε βοηθήσω να δέσεις τους καρπούς σου μεταξύ τους. Δεν το έκανα αλλά σε οδήγησα εδώ επειδή φαινόσουν ανήμπορος. Θα σε φροντίσουν. Υποτίθεται ότι μπορούν να σου επαναφέρουν τη μνήμη και την ομιλία. Όταν κατάλαβαν ποιός είσαι και μου διηγήθηκαν την ιστορία σου, δεν εντυπωσιάστηκα γιατί δεν έχω ιδέα από μουσική. Φαντάσου ότι δεν έχω βρεθεί ποτέ σε συναυλία με μαέστρο. Ίσως χτες ήταν η πρώτη μου. 

Έπειτα έκανα έναν μακρινό περίπατο


Μια άλλη απάντηση στην τρίτη ερώτηση ενός ερωτηματολογίου που ο Μαρσέλ Προυστ απάντησε για πρώτη φορά στα δεκατρία του χρόνια

Δίπλα στο παράθυρο υπήρχε ένα κομμάτι φελιζόλ για να κρεμάμε τις ζωγραφιές μας με πινέζες. Οι πινέζες, στρόγγυλες και γυαλιστερές, έμοιαζαν με ζαχαρωτά, με κουμπιά σε κοστούμι μάγου, με μάτια ξωτικών, αλλά τις πιο πολλές φορές με τα βαμμένα νύχια της μητέρας μου. Μετά το τελευταίο κουδούνι όλοι ξεκρεμούσαν τα χαρτιά τους βιαστικά, η αίθουσα σώπαινε και το φελιζόλ λεύκαινε. Εκείνη ήταν η ώρα που οι πινέζες άρχιζαν να διηγούνται ιστορίες υποδυόμενες τους ατέλειωτους εαυτούς τους μόνο για τα μάτια μου. Ο φύλακας με πετούσε πάντα έξω ύστερα από λίγη ώρα. Παραπατώντας τότε εγώ κάτω από το κάθετο φως, είχα ακόμα λερωμένο το βλέμμα με καλειδοσκόπια, ουράνια τόξα και σαπουνόφουσκες· προσπαθούσα να περπατάω με κλειστά βλέφαρα ώστε να τα κρατήσω ζωντανά μέχρι να φτάσω σπίτι. Η λαχτάρα μου για τις πινέζες ωρίμαζε ανολοκλήρωτη, ώσπου ένα μεσημέρι αποφάσισα πως έπρεπε να τις κλέψω. Ανέβηκα σε μια καρέκλα και τρυφερά τις ελευθέρωσα από το άσπρο δεσμωτήριο ώσπου βρέθηκαν σκορπισμένες στο μωσαϊκό. Άκουσα το βήχα του φύλακα να αντηχεί στο διάδρομο. Πλησίαζε. Έβγαλα τα παπούτσια και τις κάλτσες. Μέσα σε επτά γυμνά βήματα κατάφερα να τις πατήσω όλες. Μία προς μία. Ο φύλακας με βρήκε να δένω τα κορδόνια μου. 

Πένθος στο σπίτι του δασοφύλακα


Χαράματα. Ο άντρας μου έφευγε για σκοπιά στο δάσος. Περνώντας το κατώφλι, ζήτησε να του δώσω ευχή για καλό βόλι, μα τα χείλια κολλημένα μεταξύ τους λες και είχαν ξεχάσει να μιλούν. Για να τα τιμωρήσει με φίλησε στα βρεγμένα μάτια χαιρετίζοντας. Κάθισα στο παράθυρο να τον κοιτώ που ξεμακραίνει. Και όπως τύλιγα και ξετύλιγα τις άκρες από το σάλι στ' ακροδάχτυλα, έπαψα να αγωνιώ και μια χαρά με συνεπήρε. Ωραία που θα 'ταν, έβαζα με το νου μου, να τον σκότωνέ 'ν' αγρίμι, να του ξερίζωνε την καρδιά, να κύλαγε το αίμα του ρυάκι ως την πόρτα, να το μάζευα εγώ στη σκάφη και να 'βαφα κόκκινα τα μαλλιά μου! Θε μου και να τον έσφαζε! Και τότε έκανα γέλιο τόσο δυνατό, που έσπασαν πόρτες και παράθυρα, ράγισε η σκεπή και τιναχτήκαν τα ντουβάρια, χίμηξαν αέρηδες, βροντές και καταιγίδες μέσ'το σπίτι, γκρέμισαν το τζάκι, κι έσβησε η θράκα. Κι εγώ στη μέση να γελώ ακόμα.