Γεφυροποιός


Είμαι εβδομηνταπέντε χρονών και σε δύο ώρες πρόκειται να εκτελεστώ. Χθες τη νύχτα έκαναν έφοδο στο σπίτι μου τρεις άντρες με γκρίζα μαλλιά και ατσαλάκωτα ριγέ κοστούμια. Κατάσχεσαν όλη την ποσότητα δυναμίτη που ανακάλυψαν στην αποθήκη. Βρήκαν το χάρτη με τα κόκκινα χ. Ανακατεύοντας με τρομακτική καχυποψία τα συρτάρια μου-υποκινούμενοι από κάποια επιβουλευτική ανώνυμη πληροφορία- ξέθαψαν ακόμα και τα σχέδια. Χαρτιά κιτρινισμένα, έτοιμα να διαλυθούν, γεμάτα σκόνη και μούχλα στις γωνίες τους. Το μελάνι των γραμμών ξεθωριασμένο. Τα περιεργάστηκαν με βδελυγμία και μια δόση οίκτου αφού πρώτα φόρεσαν πλαστικά γάντια. Έβγαλαν από τους χαρτοφύλακες τα λεπτεπίλεπτα κομψά γυαλιά τους και τα στερέωσαν μηχανικά στη άκρη της μύτης τους. Μελέτησαν εξονυχιστικά. Φαίνονταν ειδικοί και έμπειροι. Επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στις τομές και τις κατόψεις. Δεν άργησαν να εντοπίσουν την κρίσιμη κατασκευαστική λεπτομέρεια. Διέκριναν με ακρίβεια την εξαρχής σχεδιασμένη υποδοχή στο φέροντα οργανισμό για την κρυφή τοποθέτηση των εκρηκτικών. Αντάλλαξαν ένα βλέμμα αμοιβαίου αποτροπιασμού μπροστά στο εύρημά τους, έπειτα τα ξαναδίπλωσαν και τα ασφάλισαν σε μια διαφανή θήκη. Θα ήταν μάταιο να αρχίσω να τους αναλύω τη συμβολική διάσταση των ακυρωμένων μου πια προθέσεων. Έτσι, έμεινε άδοξα ανεκπλήρωτος ο απώτερος σκοπός για τον οποίο δούλεψα μεθοδικά όλη μου τη ζωή. Και το τέλος μου δε θα στεφανωθεί από τη θριαμβική χειρονομία που φαντασιωνόμουν με αδημονία όσο γερνούσα. Με παγωμένο τόνο και υπό την επήρεια πλήρους σοβαρότητας, μου ανακοίνωσαν την καταδίκη μου. Δε μπόρεσα να συγκρατήσω ένα ειρωνικό χαμόγελο. Η ύστατη και ατιμωτική για μένα ποινή, ήταν εκδικητικά φορτισμένη με το πιο μισητό μου αρχέτυπο. Η λέξη ακούστηκε στρυφνά μέσα από τα στεγνά τους αποστειρωμένα χείλη. "Εντοιχισμός".