Τύρφη


Στην πόλη μου πριν πολλά χρόνια παρατηρήθηκε ένα αξιοπερίεργο φαινόμενο. Από τις οπές του σώματος ορισμένων κατοίκων άρχισε να εκλύεται μαύρος πηχτός καπνός και μέσα σε λίγες ώρες αυτοαναφλέχθηκαν. Η νεκροψία στα πτώματα των ατυχών πολιτών έδειξε ότι κανένα φυσικό αίτιο δε θα μπορούσε να έχει προκαλέσει τους αποτρόπαιους αυτούς θανάτους, καθώς επρόκειτο για άτομα σφίζοντα από σωματική υγεία. Στην αρχή τα κρούσματα ήταν μετρημένα, οπότε τα μεμονωμένα περιστατικά θεωρήθηκαν ως εκδηλώσεις κάποιας σπάνιας, ανίατης ασθένειας. Έπειτα, ο αριθμός των αρρώστων-που δε μπόρεσαν να απολαύσουν επαρκώς αυτή τους την ιδιότητα καθώς μέσα σε θεαματικά ελάχιστο χρόνο μεταβλήθηκαν σε θύματα- αυξήθηκε με γεωμετρική πρόοδο. Έγινε τότε κατανοητό από τις αρχές του τόπου, ότι η ασθένεια είναι ακραία λοιμώδης και επικίνδυνα μεταδοτική. Η ευρύτερη περιοχή τέθηκε άμεσα σε κατάσταση "εκτάκτου ανάγκης" και οι επίφοβοι υποψήφιοι ασθενείς απομονώθηκαν σε καραντίνα. Εν τω μεταξύ οι ιατρικές έρευνες περί της φύσης, της πρόληψης και της καταπολέμησης της πρωτόγνωρης μάστιγας οδηγούσαν σε αλλεπάλληλα αδιέξοδα. Το τοπικό σύστημα υγείας κατέρρευσε και οι ενισχύσεις από έξω ήρθαν ως είθισται καθυστερημένα. Ούτε ένας συμπολίτης μου δεν δέχτηκε να με ακολουθήσει στην αυτοεξορία από την πόλη μας προτού η ασθένεια χαρακτηριστεί επιδημική. Είχα συνειδητοποιήσει από την πρώτη στιγμή τη γενεσιουργό αιτία της καταστροφικής νόσου αλλά κανείς δε με πίστεψε, ούτε φυσικά ασχολήθηκε κανείς μέσα στον ορυμαγδό εκτενώς με την ενοχλητική περίπτωσή μου. Περίεργο βέβαια, αφού δε μου έλειπαν τα επιστημονικοφανή επιχειρήματα. Διατύπωσα τη ριζοσπαστική -για την εποχή της- άποψη ότι αν προσδίδαμε στα ψυχικά συστατικά του καθενός μας υλικές ιδιότητες, θα προσομοίαζαν σε μια σπογγώδη ελαφριά ύλη που προέρχεται από μερική ανάμιξη βιωμάτων, συναισθημάτων, συμπλεγμάτων και έμφυτων γονιδιακών γνωρισμάτων. Το πολυσύνθετο αυτό αμάλγαμα, συσσωρεύεται μέσα στον καθένα μας σε γιγάντια κοιτάσματα, των οποίων συνήθως η θέση και το μέγεθός παραμένουν -ηθελημένα ή ακούσια- άγνωστα έως ασαφή για τον ξενιστή τους. Κατά συνέπεια, τα ιδιότυπα αυτά ορυκτά αποσυντίθενται αργά αλλά σταθερά, απέχοντας από το φως και σε συνθήκες παντελούς έλλειψης ατμοσφαιρικού αέρα, θαμμένα στα έγκατα του μυαλού μας. Όταν η ποσότητα αυτής της θεωρητικής μορφής ύλης που υφίσταται σήψη υπεραυξηθεί, αναφλέγεται αυθόρμητα και ο ξηρός αέρας εντείνει την καύση, πυρπολώντας ολόκληρα ορυχεία εντός μας. Η καταστροφή γίνεται απόλυτα ολοσχερής, όταν αγγίξει τη σωματοποίηση οπότε και οδηγεί σε αναπόφευκτο θάνατο μέσω αυτοανάφλεξης.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι σειρές, βρίσκομαι χιλιάδες χιλιόμετρα και αρκετές δεκαετίες μακριά από την πόλη μου, που έχει πια ερημώσει σε βαθμό παράλειψης της σηματοδότησής της στους καινούργιους χάρτες. Η πανδημία σάρωσε στο πέρασμά της κάθε ανθρώπινο ίχνος μέχρι που εξασθένησε ανεξήγητα, όπως ακριβώς είχε πυροδοτηθεί. Κατέχω τη φήμη του μοναδικού επιζώντα από τότε. Ακόμα και τώρα, στα τελευταία μου, εξακολουθώ να αναρωτιέμαι καμιά φορά για ποιό λόγο η επιστήμη της Γεωλογίας είχε τόσο παραμεληθεί σε εκείνη την πόλη.